Το νησί της Λήμνου έχει μία πανάρχαια Ιστορία. Nησί με πλούσια μυθική παράδοση και ιστορία. Στη Λήμνο είχε το εργαστήρι του ο Ήφαιστος, ο οποίος δίδαξε στους κατοίκους του, τους Σίντιες, την τέχνη του χαλκού, επειδή τον περιποιήθηκαν, όταν νήπιο τον εκσφενδόνισε ο Δίας από τον Όλυμπο.  Εδώ βασίλεψε ο γιος του Διόνυσου και της Aριάδνης, ο Θόας, που η κόρη του Yψιπύλη παντρεύτηκε τον Iάσονα και ταξίδεψε στην Kολχίδα μαζί με τους Aργοναύτες. Το νησί γνώρισε ακμή την Προϊστορική Εποχή (Πολιόχνη), ενώ στους Iστορικούς Xρόνους ονομαζόταν Δίπολης, επειδή είχε δυο ισχυρές πόλεις, τη Mύρινα και την Hφαιστεία.

Το 512 π. X. καταλήφθηκε από τους Πέρσες, από τους οποίους ελευθερώθηκε το 479. Έκτοτε, και έως το 2ο αι. π. X. ακολούθησε την τύχη της Αθήνας. Τη Βυζαντινή Εποχή αναγνωρίστηκε η στρατηγική σημασία της και άκμασε οικονομικά (11ος, 12ος αι.).

Το 1204 πέρασε στους Βενετούς και ανακαταλήφθηκε από τους Βυζαντινούς. Το 1453 παραχωρήθηκε στο Γενοβέζο έμπορο Iουστινιάνι.

Το 1458 κατακτήθηκε από τους Τούρκους, στους οποίους παρέμεινε ως το 1912 που και ελευθερώθηκε.

Το όνομά της

Η ιστορία της Λήμνου ξετυλίγεται από τους αρχαίους χρόνους. Πολλές και διαφορετικές απόψεις επικρατούν για την προέλευση της ονομασίας της που μαρτυρείτε έμμεσα σε μυκηναϊκά κείμενα με τη λέξη «Λάμνιαι», δηλαδή «Λήμνιοι».
Η λέξη Λήμνος κατά μία εκδοχή (των φοινικιστών) είναι φοινικική, που σημαίνει λευκή, άσπρη, λαμπερή, που προήλθε ίσως από την εικόνα που παρουσιάζει το νησί, ιδιαίτερα κατά τον χειμώνα, όπου οι άκρες των αφρισμένων κυμάτων καλύπτουν τις ακτές του με τον λευκό τους αφρό ή ίσως επειδή είναι χαμηλή, χωρίς ψηλά βουνά, μόνο με λόφους, γυμνούς από δένδρα δίνοντας στον επισκέπτη που την πλησιάζει μία τέτοια αίσθηση.
Ο F. G. Welcker συσχετίζει το όνομα «Λήμνος» με την αρχ. λέξη «λήιον = σπαρμένο χωράφι έτοιμο για θερισμό».
Από την ίδια ρίζα με το λήιον προέρχεται και η λέξη «ληίς = κοπάδι» και δεν είναι απίθανο από εκεί να προήλθε το θέμα λη- του «Λήμνος», σαν πρώτο συνθετικό της λέξης, το δεύτερο συνθετικό θα πρέπει ν’ αναζητηθεί, στο θέμα μη- της αρχαιοελληνικής λέξης «μήλον = πρόβατο». Έτσι, με την προσθήκη της τοπωνυμικής κατάληξης -ος, σχηματίστηκε ο τύπος «λή-μη-ος = τόπος με κοπάδια προβάτων», από όπου εύκολα προέκυψε το «Λήμνος» , επειδή η Λήμνος είναι το πεδινότερο νησί του Αιγαίου με μεγάλη παραγωγή αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων από την αρχαιότητα.
Η ονομασία της όμως μπορεί να προέρχεται και από τις αποξηραμένες λίμνες Χορταρόλιμνη και Αλυκή, οι οποίες παλιότερα επικοινωνούσαν με τη θάλασσα(Λήμνος, περιοχή με νερά που λιμνάζουν).

Η Ιστορία

Δημιουργία της Λήμνου

Πριν από δεκάδες εκατομμύρια χρόνια το έδαφος του νησιού αποτελούσε τον βυθό ενός μεγάλου ωκεανού, που εκτεινόταν σε έκταση σχεδόν διπλάσια της Μεσογείου και έχει ονομαστεί από τους επιστήμονες Τηθύς θάλασσα. Η Λήμνος αναδύθηκε από τα θαλάσσια βάθη κατά την Αλπική πτύχωση, μια γεωλογική διαδικασία που κράτησε εκατομμύρια χρόνια και ολοκληρώθηκε πριν από 25 εκατομμύρια χρόνια. Τότε αναδύθηκε όλος ο Ελλαδικός χώρος δημιουργώντας την ήπειρο της Αιγαιίδας, η οποία εκτεινόταν από τη Μ. Ασία μέχρι το Ιόνιο. Από τότε η Λήμνος δεν καταβυθίστηκε, όπως έγινε με το μεγαλύτερο μέρος αυτής της ηπείρου, η οποία μετά από διαδοχικούς καταποντισμούς πήρε την σημερινή μορφή του Αιγαίου πελάγους. Η Λήμνος αντίθετα παρουσιάζει μιαν αργή ανοδική κίνηση στην ανατολική πλευρά της, αποτέλεσμα της οποίας είναι η σταδιακή αποξήρανση των δύο λιμνών, Χορταρόλιμνη και Αλυκή, οι οποίες παλιότερα επικοινωνούσαν με τη θάλασσα.
Είναι σχεδόν σίγουρο ότι κάποια εποχή, πριν από 20 εκατομμύρια χρόνια, το έδαφος του νησιού καλύφθηκε από μια μεγάλη, σχετικά ρηχή λίμνη που σταδιακά αποξηράθηκε. Αυτό προκύπτει από απολιθώματα λιμναίων οργανισμών που έχουν βρεθεί στο νησί.
Η καταβύθιση της Αιγαιίδας συνοδεύτηκε από έντονη ηφαιστειακή δραστηριότητα, η οποία στη Λήμνο παρουσίασε έξαρση σε δύο περιόδους, όπως προκύπτει από τη γεωλογική μελέτη των πετρωμάτων του νησιού. Η πρώτη ηφαιστειακή δράση συνέβη κατά την κατώτερη Μειόκαινο περίοδο (πριν 10-5 εκατ. χρόνια), ενώ η δεύτερη κατά την κατώτερη Πλειστόκαινο (πριν από 100.000-50.000 χρόνια). Η ανάμνηση αυτού του δεύτερου ηφαιστείου έφθασε μέχρι τους ιστορικούς χρόνους και οι αρχαίοι του έδωσαν το όνομα Μόσυχλος. Ουσιαστικά όμως το ηφαίστειο ήταν ανενεργό από τα προϊστορικά χρόνια και σιγά-σιγά ο κρατήρας, του εξαφανίστηκε. Η θέση που βρισκόταν αμφισβητείται σήμερα, αν και ορισμένοι το τοποθετούν στην περιοχή του Φακού.
Τελικό αποτέλεσμα όλων αυτών των γεωλογικών μεταβολών είναι η σημερινή μορφή των πετρωμάτων του νησιού.
Κατά την περίοδο που διαμορφωνόταν η Αιγαιίδα έγιναν πολλές αλλαγές στο έδαφος το νησιού και στο κλίμα του. Υπήρξαν περίοδοι παγετώνων, οπότε η στάθμη της θάλασσας κατέβαινε 100 – 200 μέτρα, με αποτέλεσμα η Λήμνος να συνδέεται με λωρίδες στεριάς με τις κοντινές ακτές (Μ. Ασία, Καλλίπολη, Ίμβρος). Τότε παχύ στρώμα πάγου κάλυπτε και ισοπέδωνε το έδαφος.
Κατά τις μεσοπαγετώδεις περιόδους το κλίμα ήταν υπερβολικά θερμό. Πριν 25-11 εκατομμύρια χρόνια, κατά την Μειόκαινο περίοδο καλυπτόταν από αραιά δάση κωνοφόρων δένδρων, αλλά και πλατύφυλλων, γεγονός που μαρτυρείται από τα απολιθωμένα δένδρα που έχουν βρεθεί στο νησί.
Από τα είδη των δένδρων συμπεραίνουμε ότι το κλίμα του νησιού ήταν πολύ θερμότερο από το σημερινό.
Μέχρι πριν από 400.000 χρόνια, όταν ακόμα η θάλασσα ήταν αβαθής, η Λήμνος ήταν συνδεδεμένη με τη Μ. Ασία και την χερσόνησο της Καλλίπολης. Με το λιώσιμο του τελευταίου παγετώνα, που ολοκληρώθηκε περί το 10.000 π.Χ., η θάλασσα κατέκλυσε την ενδιάμεση περιοχή δημιουργώντας το νησί της Λήμνου, για πρώτη φορά μετά την δημιουργία της Αιγαιίδας. Το αρχικό σχήμα της δεν ήταν το ίδιο με το σημερινό. Οι αβαθείς ξέρες ανατολικά αποτελούσαν προέκταση του νησιού. Σε μερικές από τις οποίες δημιουργήθηκαν και προϊστορικοί οικισμοί, που αργότερα καταποντίστηκαν, όπως η Χρύση, η οποία τοποθετείται στους σημερινούς υφάλους Μύθωνες ανατολικά της Πλάκας.
Η απομόνωση του νησιού από τη στεριά είχε σαν αποτέλεσμα την εξαφάνιση των δασών από το έδαφος του. Φαίνεται πως το ηφαίστειο με τις κατά καιρούς εκρήξεις του κατέκαυσε την βλάστηση. Επιπλέον από τους προϊστορικούς ακόμα χρόνους, κύρια απασχόληση των κατοίκων της Λήμνου ήταν η κτηνοτροφία, γεγονός που δικαιολογεί την εξαφάνιση της δενδρόβιας βλάστησης από τις πρώτες χιλιετηρίδες μετά το τέλος της παγετώδους περιόδου.

Οι Πρώτοι Κάτοικοι της Λήμνου

Πρώτοι κάτοικοι της Λήμνου, κατά τον Όμηρο, ήταν οι Σίντιες, πλανώμενοι νομάδες από την Ανατολή που κατά την πορεία τους ίδρυσαν διάφορες πόλεις. Η εγκατάσταση τους στο νησί θα πρέπει να ανάγεται στο μισό της δεύτερης χιλιετηρίδας προ Χριστού (1500 π. Χ).Οι Σίντιες ήταν αγριόφωνοι (= σκληροί, αφιλόξενοι) και ζούσαν σε σπηλιές. Από τον Όμηρο μαθαίνουμε ότι οι Σίντιες, οι οποίοι είχαν δεχτεί την πολιτιστική επίδραση των Φοινίκων, ήταν οι πρώτοι που κατασκεύασαν χάλκινα όπλα με πρώτη ύλη που είχαν φέρει από την Μ. Ασία. Επιπλέον πληροφορούμαστε ότι προς τιμήν του Ηφαίστου έχτισαν την πρώτη πόλη της Λήμνου την Ηφαιστία, αλλά και καθιέρωσαν τα «Ηφαίστεια» (αγώνες).
Κατά τον Αισχύλο, ο ναός της Ηφαιστίας στη Λήμνο είναι το πρώτο σημείο από το οποίο βγήκε η φωτιά και δόθηκε στον άνθρωπο, από τον Τιτάνα Προμηθέα. Εξαιτίας αυτού του δώρου στους κατοίκους της Λήμνου, ο Δίας τιμώρησε τον ημίθεο Προμηθέα, δένοντας τον με χοντρές αλυσίδες σε χέρια και πόδια στον Καύκασο, όπου ένας τρομερός αετός του έτρωγε κάθε πρωί το συκώτι.
Πάντως από τα διάφορα ευρήματα των ανασκαφών στην Πολιόχνη, φαίνεται ότι η Λήμνος άρχισε να κατοικείται από την τέταρτη χιλιετηρίδα προ Χριστού, χωρίς όμως να έχουν επισημανθεί στοιχεία των πρώτων κατοίκων της.
Από τα 4000 π. Χ μέχρι την εμφάνιση των Σιντιών οι κάτοικοι της Λήμνου είναι άγνωστοι. Είναι η περίοδος που εμφάνισε σημαντικό πολιτισμό η Πολιόχνη (4000-1600 π. Χ), αλλά και ίσως η καταποντισμένη πόλη Χρύση, για την οποία δεν υπάρχουν στοιχεία ανάπτυξης και πολιτισμού μέχρι σήμερα.

Πρoϊστoρική αρχαιότητα

Η ιστορία της Λήμνου ξεκινά από την πρoϊστoρική αρχαιότητα. Αρχαιολογικές ανασκαφές έχουν φέρει στο φως ευρήματα που αποκαλύπτουν την ύπαρξη πρώιμου πολιτισμού στο νησί από την τέταρτη χιλιετία π.Χ.. Η θέση του νησιού στο κέντρο του Βορείου Αιγαίου απέναντι από τα Στενά των Δαρδανελίων καθόρισε την ιστορική του πορεία από την αχλή των μυθολογικών χρόνων έως και σήμερα.
Η Λήμνος εποικήθηκε στο πέρασμα των χρόνων από τους Σίντιες τους αγριοφώνους, όπως τους ονομάζει ο Όμηρος στην Οδύσσεια, τους Κάρες, τους Κρήτες, τους Μίνυες και τους Πελασγούς. Οι ιστορικοί επιβεβαιώνουν ότι η Λήμνος κατοικείται από τη Μέση Νεολιθική εποχή. Στη Λήμνο υπάρχουν λείψανα 14 τουλάχιστον νεολιθικών οικισμών με σημαντικότερο αυτόν της Πολιόχνης, με ιστορία 6000 από σήμερα. Η αρχαιολογική σκαπάνη αποκάλυψε επτά πόλεις κτισμένες η μια πάνω στην άλλη, σε διαδοχικές ιστορικές φάσεις από το 4000 π. Χ ως το 1500 π. Χ με προηγμένο πολιτισμό, όπως αποκαλύπτουν τα ευρήματα.
Η αποκάλυψη βουλευτηρίου, του πρώτου του κόσμου μαρτυρεί ότι η δημοκρατία γεννήθηκε στη Λήμνο.
Άλλοι σημαντικοί αρχαιολογικοί χώροι του νησιού που ανάγονται στα γεωμετρικά, αρχαϊκά, κλασσικά, ελληνιστικά και βυζαντινά χρόνια είναι της Ηφαιστείας και του ιερού της τον Καβειρίου, της Μύρινας και του ιερού της Αρτέμιδας, του Κότσινα.

Οι Πελασγοί

Τουλάχιστον από τον 8ο αιώνα π.Χ. εγκαταστάθηκαν στη Λήμνο οι Πελασγοί. Ήρθαν διωγμένοι από την Αττική και εκτόπισαν τους Μινύες, οι οποίοι εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το νησί και να αναζητήσουν νέα πατρίδα. Ο Ηρόδοτος τους αποκαλεί Τυρρηνούς και θεωρεί πως είχαν κοινή καταγωγή με τους Ετρούσκους από τη Λυδία της Μικρασίας. Είχαν όμως μεγάλη πολιτισμική συγγένεια με τους Έλληνες, από τους οποίους δέχτηκαν πολλές επιρροές στην τέχνη και στη θρησκεία. Πρωτεύουσα τους ήταν η Ηφαιστία, αλλά είχαν επεκτείνει τις δραστηριότητες τους και στην άλλη μεγάλη πόλη του νησιού την Μύρινα, όπου μέχρι σήμερα σώζονται υπολείμματα των Πελασγικών τειχών του Κάστρου της πόλης.
Για να εκδικηθούν τους Αθηναίους, οι οποίοι τους έδιωξαν από την Αττική, έκαναν επιδρομή στη Βραυρώνα κατά την εορτή της θεάς Άρτεμης και άρπαξαν μεγάλο αριθμό γυναικών και παρθένων, τις οποίες μετέφεραν στη Λήμνο ως ερωμένες. Όμως, οι Αθηναίες μεγάλωσαν τα παιδιά που έκαναν σύμφωνα με τις αθηναϊκές παραδόσεις, φερόμενες υπεροπτικά προς τις γυναίκες της Λήμνου. Η συμπεριφορά αυτή ερέθισε τις γυναίκες της Λήμνου και στην πρώτη ευκαιρία όρμησαν και σκότωσαν τις Αθηναίες και τα παιδιά τους. Μία παραλλαγή του μύθου αναφέρει ότι οι Πελασγοί, φοβισμένοι για τον τρόπο ανατροφής των παιδιών από τις Αθηναίες, εξόντωσαν τα παιδιά και τις μητέρες τους. Από την ειδεχθή αυτή πράξη προήλθε η παροιμιώδης έκφραση “Λήμνια κακά”.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, από τον οποίο έχουμε την αφήγηση του μύθου, εξαιτίας της άγριας αυτής δολοφονίας επήλθαν μεγάλες συμφορές. Οι γυναίκες τους δεν γεννούσαν πλέον, η γη δεν κάρπιζε και τα ζώα έμεναν στέρφα. Προ του κινδύνου κατέφυγαν στο Μαντείο των Δελφών, το οποίο τους συμβούλεψε να υπακούσουν σε ότι τους προστάξουν οι Αθηναίοι. Εκείνοι τους ζήτησαν να παραδώσουν το νησί, αλλά οι Πελασγοί με πονηρία απάντησαν, ότι θα το πράξουν μόνο εφόσον οι Αθηναίοι πλεύσουν από αθηναϊκό έδαφος στη Λήμνο αυθημερόν, ταξιδεύοντας με βόρειο άνεμο.
Το κατόρθωμα αυτό, που φάνταζε αδύνατο, πραγματοποίησε το 499 ο Μιλτιάδης του Κίμωνος εκκινώντας από την Ελαιούντα, αθηναϊκή αποικία που βρισκόταν στην θρακική ακτή. Φθάνοντας στη Λήμνο απαίτησε την παράδοση του νησιού σύμφωνα με τον παλαιό χρησμό. Ο τύραννος της Ηφαιστίας Ερμόνας παρέδωσε την πόλη χωρίς αντίσταση, όμως οι Μυριναίοι αρνήθηκαν και παραδόθηκαν μόνον έπειτα από πολιορκία.
Οι Πελασγοί ήταν εξαίρετοι ναυτικοί και σε αυτούς αποδίδεται ο εξοπλισμός των πολεμικών πλοίων με έμβολο. Επίσης, ήταν μεταλλουργοί και διακρίθηκαν στο εμπόριο και στις τέχνες. Από τον 8ο αιώνα εγκαθίστανται στην Ηφαιστία, όπου η αρχαιολογική σκαπάνη έχει βρει το νεκροταφείο τους και δυο μεγάλα και πλούσια Ιερά αφιερωμένα στη Μεγάλη θεά Λήμνο και στους Κάβειρους, γιους του Ήφαιστου. Σε αυτά βρέθηκαν εξαιρετικής τεχνοτροπίας ειδώλια.
Οι Πελασγοί τιμούσαν τις θεότητες των Καβείρων σε ένα ιερό που είχαν ανεγείρει στη θέση Χλόη, ΒΑ της Ηφαιστίας. Οι εκτεταμένες ανασκαφές που έγιναν εκεί τη δεκαετία του ’30 αποκάλυψαν ένα ναό μεγάλων διαστάσεων της ελληνιστικής περιόδου. Στα ΝΑ του ιερού αυτού βρέθηκε ένα μικρότερων διαστάσεων ρωμαϊκό ιερό, διαφορετικού προσανατολισμού, κάτω από το οποίο το 1988 ανακαλύφθηκε το αρχαϊκό ιερό των Πελασγών.
Αντίθετα, στον τεράστιο αρχαιολογικό χώρο της Ηφαιστίας έχουν πραγματοποιηθεί περιορισμένες ανασκαφές, με αποτέλεσμα να υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία τόσο για τη δράση των Πελασγών στη Λήμνο, όσο και για την περίοδο που μεσολαβεί από την ύστερη χαλκοκρατία (12ος αιώνας π.Χ.) ως τα τέλη της γεωμετρικής εποχής (8ος αιώνας π.Χ.), η οποία είναι η κρίσιμη περίοδος που οι Πελασγοί διαδέχονται τους Μινύες.
Οι Πελασγοί κυριάρχησαν στη Λήμνο για πολλούς αιώνες, ως το 511, οπότε ηττήθηκαν από τον στρατηγό των Περσών Οτάνη, έπειτα από γενναία αντίσταση. Οι Πέρσες λεηλάτησαν το νησί κι επέβαλαν ως ηγεμόνα τον Λυκάρητο. Το 499 κατέλαβαν τη Λήμνο οι Αθηναίοι με το Μιλτιάδη, αλλά το 494 την ανακατέλαβαν οι Πέρσες, που την κράτησαν ως το 479. Αυτοί έκαναν λιμενικά έργα στην Ηφαιστία και στο Καβείριο , ακόμη εγκαθιστούν Έλληνες φιλικά προσκείμενους σ’ αυτούς. Μάλιστα, στη Λήμνο απεβίωσε μετά τη μάχη του Μαραθώνα ο πρώην τύραννος της Αθήνας και συνεργάτης των Περσών, Ιππίας, άρρωστος και τυφλός.
Στους περσικούς πολέμους οι Λημνιοί υποχρεώθηκαν να συνδράμουν το περσικό ναυτικό, αλλά κατά τη ναυμαχία του Αρτεμισίου ο Λήμνιος Αντίδωρος με το πλοίο του αυτομόλησε προς τους Έλληνες, με τους οποίους, προφανώς, αισθανόταν ομόφυλος και συμμετείχε με τον ελληνικό στόλο στη νικηφόρα ναυμαχία της Σαλαμίνας.
Οι Πελασγοί της Λήμνου έγραφαν τη γλώσσα τους με ελληνικούς χαρακτήρες, αιολικού τύπου, όπως προκύπτει από τις επιγραφές της διάσημης Στήλης των Καμινίων, αλλά και από θραύσματα επιγραφών της Ηφαιστίας. Οι επιγραφές αυτές αποτελούν τα μοναδικά γραπτά μνημεία των Πελασγών, γεγονός που τις κάνει πολύ σημαντικές.
Η χρήση του αιολικού αλφαβήτου, προδίδει τη συγγένεια που είχαν με τα ελληνικά φύλα. Σύμφωνα με κάποιους ερευνητές στις επιγραφές περιέχονται λέξεις με ρίζες που ανάγονται στην αρχέγονη ελληνική γλώσσα. Η επικρατέστερη άποψη είναι ότι η γλώσσα τους είναι συγγενής με την ετρουσκική.

Αθηναϊκή περίοδος

Τα κλασσικά χρόνια η Λήμνος κατακτήθηκε από τους Πέρσες (512π.Χ.) αλλά το 510π.Χ. περιήλθε στα χέρια των Αθηναίων., οι οποίοι έδιωξαν την περσική φρουρά κι εγκατέστησαν τους πρώτους εποίκους. Ορισμένοι ντόπιοι έφυγαν, κυρίως Μυριναίοι, ενώ οι Ηφαιστιείς στην πλειοψηφία τους αποδέχθηκαν την αθηναϊκή κυριαρχία. Το 477 το νησί έγινε μέλος της δηλιακής συμμαχίας και συμμετείχε στα έξοδα συντήρησης του συμμαχικού στόλου.
Από τα μέσα του 5ου αιώνα εγκαταστάθηκαν στη Λήμνο πλήθος Αθηναίων κληρούχων καθώς και αθηναϊκή φρουρά. Οι κληρούχοι προέρχονταν κυρίως από τις πιο φτωχές τάξεις – ήταν θήτες ή ζευγίτες – και διατηρούσαν την ιδιότητα του Αθηναίου πολίτη. Τους δόθηκαν αγροτικές εκτάσεις στο νησί, τις οποίες εκμεταλλεύονταν και παράλληλα είχαν υπό τον έλεγχό τους τον ντόπιο πληθυσμό, που περιέπεσε σε καθεστώς υποτέλειας.
Συγκρότησαν δύο δήμους, της Μύρινας και της Ηφαιστίας, γι’ αυτό η Λήμνος συχνά αποκαλούνταν Δίπολις. Οι δήμοι των κληρούχων είχαν διοικητική αυτονομία από την Αθήνα και κυκλοφόρησαν δικά τους νομίσματα από τις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. ως τον 1ο αιώνα μ.Χ. Όμως, ήταν στενά συνδεδεμένοι με τη μητρόπολη. Με χρήματα των κληρούχων φτιάχτηκε το άγαλμα της Αθηνάς Λημνίας, το οποίο στήθηκε στην Ακρόπολη γύρω στο 450. Επίσης, συμμετείχαν με τους Αθηναίους σε πολλές μάχες του Πελοποννησιακού πολέμου, με αποτέλεσμα το 405, έπειτα από την ήττα των τελευταίων στους Αιγός Ποταμούς, να εκδιωχθούν από τη Λήμνο καθώς περιήλθε στην κυριαρχία των Σπαρτιατών. Επέστρεψαν το 386, με την Ανταλκίδειο ειρήνη.
Οι παλαιοί κάτοικοι της Λήμνου σταδιακά συγχωνεύθηκαν με τους Αθηναίους δείγμα της φυλετικής τους συγγένειας. Από τον 4ο αιώνα υπήρχαν στο νησί: Βουλή, Συνέλευση και γενικά πολιτικοί θεσμοί ανάλογοι με εκείνους της μητρόπολης Αθήνας. Αναφέρονται τα δημόσια αξιώματα του επιμελητή, του ιππάρχου και του στρατηγού, οι οποίοι στέλνονταν από την Αθήνα. Επιμελητές υπήρχαν και στους δύο δήμους με αρμοδιότητα την παρακολούθηση των εμπορικών συναλλαγών. Οι ίππαρχοι, επίσης ένας σε κάθε δήμο, ήταν υπεύθυνοι για τη συντήρηση σώματος ιππέων, για την άμυνα της νήσου και για την περιφρούρηση της τάξης και της αρμονικής συμβίωσης των δύο δήμων. Ο στρατηγός περιφρουρούσε την αθηναϊκή ηγεμονία στη Λήμνο και μάλλον δεν είχε τακτική θητεία, αλλά στελνόταν μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις.
Η αθηναϊκή επικυριαρχία στη Λήμνο, αν και με το πέρασμα των αιώνων μειωνόταν, εξακολούθησε να διατηρείται μέχρι το τέλος του κλασικού κόσμου. Ο Στράβων αναφέρει ότι η Λήμνος θεωρείτο προσκείμενη της χερσαίας Ελλάδας και όχι της Μικρασίας ως την ύστερη ρωμαϊκή εποχή.
Αρκετοί λόγιοι και καλλιτέχνες αναδείχθηκαν από τη Λήμνο κατά την αθηναϊκή περίοδο του νησιού. Τον 5ο αιώνα εμφανίζεται ο σοφιστής Αντίλοχος, ο οποίος φιλονικούσε με το Σωκράτη. Ο Απολλόδωρος υπήρξε συγγραφέας γεωπονικού έργου, το οποίο συνιστούσε ο Αριστοτέλης. Ο Γλαύκος αναφέρεται από τον Πολύβιο ως μέγας ανδριαντοποιός και εφευρέτης της κόλλησης του σιδήρου.
Ο σπουδαίος γλύπτης Αλκαμένης υπήρξε μαθητής του Φειδία και ήκμασε την περίοδο 440-430. Όπως μας παραδίδεται, κυρίως από τον περιηγητή Παυσανία, άφησε σπουδαία έργα, όπως: το δυτικό αέτωμα του ναού του Διός στην Ολυμπία, αγάλματα του Άρη, χρυσελεφάντινο του Διονύσου και τρία της Εκάτης στην Αθήνα, του Ασκληπιού στη Μαντινεία, του Ηφαίστου, σύμπλεγμα Πρόκνης και Ίτυος στην Ακρόπολη, σύμπλεγμα Ηρακλή και Αθηνάς, χάλκινο του Πεντάθλου και την περίφημη “Αφροδίτη εν Κήποις”». Ο Αλκαμένης γνώρισε μέγιστες τιμές και αναγνωριζόταν ως ο δεύτερος σε αξία γλύπτης της αρχαιότητας έπειτα από το Φειδία.

Ελληνιστική περίοδος

Κατά τους 4ο και 3ο αιώνες το νησί δέχτηκε δεκάδες επιδρομείς. Το 356 λεηλατείται από στόλο Ροδίων, Χίων και Βυζαντίων. Το 351 καταλαμβάνεται και από τους Μακεδόνες του Φιλίππου Β΄, οι οποίοι αιχμαλώτισαν και κληρούχους, αλλά το 346 επιστρέφεται στους Αθηναίους.
Το 318 καταλαμβάνεται από τον Κάσσανδρο και το 315 από τον Αντίγονο Α΄ Μονόφθαλμο, ο οποίος έγινε αποδεκτός από τους Λημνίους. Ακολουθεί ο Δημήτριος ο Φαληρεύς, ο οποίος, στην αποτυχημένη προσπάθεια του να ανακτήσει τη Λήμνο για λογαριασμό των Αθηναίων, τη λεηλατεί.
Στη συνέχεια, την καταλαμβάνουν διαδοχικά οι Αθηναίοι (301), οι Μακεδόνες (294), ο βασιλιάς της Θράκης Λυσίμαχος (285), ο οποίος κυβέρνησε τυραννικά και ο Σέλευκος Α’ Νικάτωρ της Συρίας (281) τον οποίο, όπως και το διάδοχό του Αντίοχο Α΄, οι Λήμνιοι υποδέχθηκαν με ανακούφιση και ανήγειραν ναούς προς τιμήν τους.
Από το 266 οι Μακεδόνες υπό τον Αντίγονο Γονατά κυριαρχούν το νησί και το διατηρούν ως την ήττα του Φιλίππου Ε΄ από τους Ρωμαίους στη Μάχη στις Κυνός Κεφαλαί, το 197. Ενδιάμεσα, ίσως επενέβησαν οι Πτολεμαίοι Φιλάδελφος και Ευεργέτης τηςΑιγύπτου και άλλοι τινές σύμμαχοι των Αθηναίων, οι οποίοι ανακτούν προσωρινά το νησί γύρω στο 229. Επίσης, το 209 το λεηλάτησε ο στόλος του Ρωμαίου Πόπλιου Σουλπίκιου Γάλβα και του Αττάλου Α΄ της Περγάμου.

Ρωμαϊκή περίοδος

Το 196 οι Ρωμαίοι κυριαρχούν στον ελληνικό χώρο και κηρύσσουν τη Λήμνο ελεύθερη να εφαρμόζει τους δικούς της νόμους, αλλά με την υποχρέωση να δεχτεί ρωμαϊκή φρουρά. Το 188 την παραχωρούν πάλι στους Μακεδόνες. Τελικά, το 166 παραχωρούν τη διοίκησή της στους Αθηναίους, η οποία διαρκεί ως τα τέλη του 2ου αιώνα μ.Χ., οπότε ο αυτοκράτορας Σεπτίμος Σεβήρος την κηρύσσει αυτοδιοίκητη.
Με τη ρωμαϊκή κατάκτηση η Λήμνος γνώρισε μια περίοδο ηρεμίας και πολιτιστικής ανόδου, με αποκορύφωμα την εμφάνιση της οικογένειας των σοφιστών, ρητόρων και διδασκάλων Φιλοστράτων κατά τους 2ο και 3ο αιώνες μ.Χ. Πρώτος ήταν ο σοφιστής Φιλόστρατος του Βήρου, ο οποίος έδρασε στην Αθήνα κατά το 2ο αιώνα μ.Χ. κι άφησε πλήθος συγγραμμάτων, εκ των οποίων διασώθηκε μόνο ο διάλογος Νέρων.
Ο γιός του, Φλάβιος Φιλόστρατος, επίσης σοφιστής, δίδαξε στην Αθήνα και στη Ρώμη, όπου διετέλεσε παιδαγωγός των τέκνων του αυτοκράτορα Σεπτίμου Σεβήρου (193-211). Σπουδαιότερα έργα του ήταν: Βίοι σοφιστών, Τα εις τον Τυανέα Απολλώνιον καιΓυμναστικός.
Ανιψιός του προηγουμένου ήταν ο σοφιστής Φιλόστρατος του Νερβιανού, ο οποίος δίδαξε στην Αθήνα, υπήρξε ευνοούμενος του αυτοκράτορα Καρακάλλα (211-217) και πέθανε στη Λήμνο, όπου έζησε τα τελευταία έτη του βίου του. Σημαντικότερο έργο του οι Εικόνες, ενώ μια σειρά από πολλά άλλα αποδίδονται είτε σε αυτόν είτε στον πρόγονό του Φιλόστρατο του Βήρου.
Τέτοια είναι τα έργα: Ηρωικός, Λιθογνωμικόν, Περί τραγωδίας, Ρητορικαί αφορμαί, Ζητούμενα παρά τοις ρήτορσι, Περί του ονόματος, Πρωτεύς, Θεατής καθώς και 43 τραγωδίες, 14 κωμωδίες, 4 Λόγοι Ελευσινιακοί, πλήθος πανηγυρικών λόγων κλπ.
Τέλος, συγγραφέας υπήρξε κι ο εγγονός του, Φιλόστρατος, ο οποίος προσπάθησε να μιμηθεί τον πάππο του, αλλά χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία.
Τη χαριστική βολή στην κλασσική Λήμνο φαίνεται πως έδωσαν οι βαρβαρικές ορδές των Γότθων και των Ερούλων, οι οποίοι λεηλάτησαν το νησί το 268 μ.Χ.

Βυζάντιο

Μετά από την ήρεμη περίοδο που γνώρισε το νησί με την κατάκτησή του από τους Ρωμαίους (166π.χ.) πέρασε στους Βυζαντινούς που χρησιμοποιούσαν το νησί σα ναυπηγείο, όπου έφτιαχναν και διατηρούσαν πλοία για το στόλο τους.
Η Βυζαντινή κυριαρχία διακόπηκε πολλές φορές από τους Σαρακηνούς, τους Ενετούς, και τους Γενουάτες. Οι κάτοικοι της Λήμνου αντιστάθηκαν σθεναρά στις επιθέσεις των Τούρκων, με αποκορύφωμα τη μάχη του Κότσινα και τα ηρωικά κατορθώματα της Μαρούλας το 1475, όπου σαν μία άλλη «Ιωάννα της Λωρραίνης» με το σπαθί του νεκρού πατέρα της εμψύχωσε τα παλικάρια της Λήμνου και τους Βενετσιάνους Ιππότες, οδηγώντας τους στη νίκη, με αποτέλεσμα να μην κατακτηθούν ποτέ από τους Τούρκους, στους οποίους το νησί τελικά παραχωρήθηκε από τους Βενετούς το 1479.

Τουρκοκρατία

Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας το νησί περνάει σε παρακμή. Το 1770 μετά την αποτυχία κατάληψης του νησιού από τα ρωσικά στρατεύματα, και το μένος που εκδήλωσαν οι Τούρκοι ανάγκασε πολλούς κατοίκους να το εγκαταλείψουν. Η επανάσταση του 1821 βρίσκει πολλούς Λημνιούς να αγωνίζονται για την απελευθέρωση της χώρας, προσφέροντας πλοία και προσωπικό αγώνα, αλλά το ίδιο το νησί λόγω της θέσης του κοντά στην Πόλη, δεν επαναστατεί.
Η απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό ήρθε στις 8 Οκτωβρίου 1912 από τον ελληνικό στόλο με επικεφαλής το Ναύαρχο Κουντουριώτη που δημιούργησε στο νησί ναύσταθμο για να ελέγχει τα Στενά.
Ο κόλπος του Mούδρου θα αποτελέσει το ασφαλές ορμητήριο των συμμαχικών δυνάμεων για την εκστρατεία της Kαλλίπολης και στη Λήμνο θα ταφούν χιλιάδες θύματα της αιματηρής αποτυχίας.

Μεταπολεμική Λήμνος

Κατά τη διάρκεια του Α’ παγκοσμίου πολέμου η Λήμνος έγινε Αγγλική βάση και ο κόλπος του Μούδρου έγινε ναύσταθμος του αγγλικού στόλου.
Στις 31 Οκτωβρίου 1918, στο Μούδρο συνομολογήθηκε μεταξύ των Συμμαχικών δυνάμεων και της Τουρκίας, συνθήκη ανακωχής, που σήμανε ουσιαστικά τη λήξη του αιματηρού πολέμου.
Ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος έφερε στη Λήμνο τη Γερμανική κατοχή μέχρι τις 16 Οκτωβρίου 1944. Μετά τον εμφύλιο πόλεμο η Λήμνος έγινε τόπος εξορίας των ηττημένων στον εμφύλιο σπαραγμό αριστερών και οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης στο νησί προκάλεσαν μαζική μετανάστευση τόσο προς το εσωτερικό της χώρας, όσο και προς το εξωτερικό κυρίως προς Αυστραλία, Γερμανία, Η.Π.Α., Νότια Αφρική και Καναδά. Έτσι ο πληθυσμός του νησιού άρχισε να φθίνει. Χαρακτηριστικά το 1951 απογράφηκαν 24.018 κάτοικοι ενώ το 1981 μόλις 15.721.